Μπορεί η ταινία «Αγαπούσε τα Λουλούδια Περισσότερο» του Γιάννη Βεσλεμέ να έφυγε από την απονομή των 16ων βραβείων ΙΡΙΣ της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου με οκτώ βραβεία, όμως ο πραγματικός θριαμβευτής φέτος είναι ο Γιώργος Ζώης με την ταινία «Arcadia».
Αυτή είναι η ταινία που κερδίζει τις εντυπώσεις.
Υποψήφια για 14 βραβεία, η δεύτερη μεγάλου μήκους δημιουργία του 43χρονου Ζώη, κέρδισε σε τρεις βασικές κατηγορίες: καλύτερης ταινίας μυθοπλασίας, καλύτερης σκηνοθεσίας και καλύτερου σεναρίου, το οποίο ο ίδιος ο Ζώης έγραψε μαζί με την Κωνσταντίνα Κοτζαμάνη που κέρδισε επίσης το βραβείο καλύτερης ταινίας μικρού μήκους (Αυτό που δεν ήξερε η Μαίρη).
Η δε πορεία της στο ελληνικό box office ήταν επίσης ικανοποιητική, πόσο μάλλον με γνώμονα ότι κατά βάση πρόκειται για μια art house, «δύσκολη» ταινία.
Η σαρωτική (αριθμητικά) βράβευση του «Αγαπούσε τα Λουλούδια Περισσότερο», προσωπικά με ξεπερνά, εκτός αν τα μέλη της ΕΑΚ ενδιαφέρονται κυρίως για την προώθηση ενός αμιγώς πειραματικού, «ειδικού» κινηματογράφου, καλό για μεταμεσονύχτιες προβολές, οπότε πάσο. Πέρα από το βραβείο Β’ ρόλου που κέρδισε ο ηθοποιός Julio Γιώργος Κατσής, η ταινία διακρίθηκε επίσης με τα βραβεία μοντάζ, φωτογραφίας, μουσικής, σκηνογραφίας, ήχου, ενδυματολογίας και σχεδιασμού μακιγιάζ, κομμώσεων και ειδικών εφέ.
Περιέργως, παρά τις 16 υποψηφιότητές του (που αριθμητικά μιλώντας την είχαν τοποθετήσει στην πρώτη θέση των υποψήφιων ταινιών), το «Κρέας», επίσης μια σοβαρότατη προσπάθεια και πρώτη μεγάλου μήκους του Δημήτρη Νάκου, δεν κέρδισε σε καμία άλλη κατηγορία πλην του Α ρόλου για την ερμηνεία του Κώστα Νικούλι. Εχουμε δει και χειρότερα.
Η ραγδαία ανερχόμενη ηθοποιός Ελσα Λεκάκου κέρδισε το βραβείο Α ρόλου για την ταινία «Κιούκα Πριν το Τέλος του Καλοκαιριού» και για την ίδια ταινία, ο Κωστής Χαραμουντάνης απέσπασε το βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Σκηνοθέτη, μια σωστή βράβευση γιατί αν κάτι καλύπτει τα σεναριακά κενά της ιστορίας, αυτό είναι η ευφάνταστη, ατμοσφαιρική, «ελεύθερη» σκηνοθεσία της.
Οσο για το «Υπάρχω», την μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία της τελευταίας χειμερινής σεζόν (που έφερε τον κόσμο στην αίθουσα και δη στην ελληνική ταινία), μετρούσε 10 υποψηφιότητες και κέρδισε τελικά δύο μόλις βραβεία: ενδυματολογίας (Μαρία Κοντοδήμα) και Β γυναικείου ρόλου (Κλέλια Ρένεση). Σε κάθε περίπτωση η ταινία του Γιώργου Τσεμπερόπουλου είναι η μόνη που επικοινώνησε με την πραγματική σημασία της λέξης με το ελληνικό κοινό. Και αγαπήθηκε από πολλούς.
Εφέτος, δεν έλειψε η ένταση από την απονομή αν και η φετινή ένταση δεν προέκυψε από τον ανταγωνισμό ανάμεσα σε συγκεκριμένες ταινίες που διεκδικούσαν βραβεία. Υπήρξε μια άλλου τύπου ένταση και μάλιστα σε όλη την διάρκεια της τελετής και αυτό, εν τέλει είχε αντίκτυπο στην απογοητευτική εικόνα του event στο σύνολό του.
Υπήρχε ένταση διότι ως γνωστόν, προσφάτως, περισσότεροι από 1.890 επαγγελματίες του κινηματογράφου και του ευρύτερου οπτικοακουστικού τομέα στην Ελλάδα, εξέπεμψαν «σήμα κινδύνου» για τους χειρισμούς του Υπουργείου Πολιτισμού και της διοίκησης του ΕΚΚΟΜΕΔ (Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου Οπτικοακουστικών Μέσων και Δημιουργίας) παραθέτοντας στοιχεία για τα αποτελέσματα αυτών των χειρισμών τον τελευταίο χρόνο.
Ενώ όμως στην εισαγωγή της εκδήλωσης , ο Πρόεδρος της ΕΑΚ, σκηνοθέτης κ. Λευτέρης Χαρίτος, είπε όλα όσα κρίνονταν απαραίτητα επί του θέματος της επιστολής και τα είπε εμπεριστατωμένα και με σοβαρότητα (επισημαίνοντας ταυτόχρονα την απουσία εκπροσώπων του ΥΠΠΟ και του ΕΚΚΟΜΕΔ), εν συνεχεία άρχισε η λούπα της επανάληψης και των παραλλαγών στο ίδιο θέμα, οπότε κάποια στιγμή η κατάσταση τέθηκε κυριολεκτικά εκτός ελέγχου.
Η γνώμη του υπογράφοντος του ανά χείρας κειμένου είναι ότι όλη η τελετή της ΕΑΚ για τα βραβεία ΙΡΙΣ του κινηματογραφικού έτους 2024, στόχο είχε να γίνει μια πασαρέλα διαμαρτυρίας προκειμένου να βγουν στην φόρα τα απωθημένα των μελών της ΕΑΚ σε σχέση με το τώρα του ελληνικού κινηματογράφου.
Όμως ενώ το γεγονός ότι η ΕΑΚ έχει τα θέματά της με το Υπουργείο Πολιτισμού και το ΕΚΚΟΜΕΔ είναι σεβαστό, δεν μπορώ να καταλάβω για ποιο λόγο θα πρέπει να μονοπωλήσει με έναν τόσο καταπιεστικό τρόπο ολόκληρη την τελετή που υποτίθεται ότι πραγματοποιείται για την απονομή βραβείων σε ταινίες – αυτές τις ταινίες που όντως γυρίστηκαν και τις οποίες είδαμε – και που αυτοδιαφημιζεται ως γιορτή.
Η εκδήλωση δεν θύμιζε γιορτή.
Επίσης όταν ο τελετάρχης της απονομής, εν προκειμένω ο stand up κωμικός Δημήτρης Δημόπουλος, δίνει στην εισαγωγή του οδηγίες προς τους βραβευθέντες να παίρνουν το βραβείο, να δίνουν ένα σύντομο λόγο και μετά να φεύγουν, δεν μπορεί οι… παρουσιαστές (!) των βραβείων, να καταχρώνται τον χρόνο κάνοντας την πλάκα τους, περιφερόμενοι στη σκηνή λες και βρίσκονται στο σαλόνι του σπιτιού τους. Είναι προσβλητικό κυρίες και κύριοι, λυπάμαι. Αυτό συνέβη σε μια – δυο περιπτώσεις και θα ήταν προτιμότερο να μην μπω στις λεπτομέρειες αλλά αν θέλετε μπορείτε να αναζητήσετε το οπτικοακουστικό υλικό. Ηταν μια φτηνή, απαράδεκτη εικόνα.
Η ερασιτεχνική αντιμετώπιση αυτής της τελετής όμως, φάνηκε και σε πρακτικό επίπεδο. Παράδειγμα προς αποφυγή παρόμοιων ατοπημάτων στο μέλλον: η μουσική «έπεφτε» στη διαπασών την ώρα της ανακοίνωσης των νικητών και σε συνδυασμό με τις (κατανοητές) επευφημίες ενθουσιασμού των συντελεστών κάθε ταινίας που βραβευόταν (οι οποίοι είχαν ακούσει τα ονόματα γιατί βρίσκονταν κοντά στη σκηνή), οι υπόλοιποι, τουλάχιστον στον Γ εξώστη όπου βρισκόμουν εγώ, δεν καταλάβαιναν… ποιος ήταν τελικά ο νικητής. Το καταλάβαιναν αφού ανέβαινε στην σκηνή για να παραλάβει το βραβείο του/της.
Αν μάλιστα, δεν γνώριζαν ήδη το πρόσωπο, θα έπρεπε να ελπίζουν στα συμφραζόμενα των όσων έλεγε στον ευχαριστήριο λόγο για να αντιληφθούν ποιο ήταν. Λάθος.
Ακούσαμε από την βραβευθείσα για το ντοκιμαντέρ «Αδέσποτα κορμιά» κυρία Ελίνα Ψύκου ότι «η σημερινή τελετή μοιάζει με group therapy» και ότι «όλοι έχουμε κάτι να πούμε – μάλλον δεν είμαστε και πολύ καλά». Η ίδια μάλιστα το παραδέχθηκε, κάνει ψυχοθεραπεία. Ήταν ίσως το πιο σωστό, το πιο ειλικρινές, το πιο εύστοχο στοιχείο αυτοκριτικής που ειπώθηκε στην τελετή γιατί πράγματι όλη η βραδιά παρέπεμπε στα group therapies της «Φωλιάς του κούκου», με το Υπουργείο Πολιτισμού και το ΕΚΚΟΜΕΔ να βρίσκονται στην θέση της κακιάς νοσοκόμας Ράτσεντ. Αυτό τουλάχιστον κατάλαβα εγώ.
Φυσικά, η τελετή απονομής των βραβείων ΙΡΙΣ είναι μια καθαρά οικογενειακή υπόθεση στην οποία τα μέλη της ΕΑΚ, ψηφίζουν μέλη της ΕΑΚ και απευθύνονται προς τα μέλη της ΕΑΚ. Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει. Επομένως, μεταξύ τους, θα έλεγα ότι όλοι, ή σχεδόν όλοι, έμειναν μάλλον ευχαριστημένοι.
Η δική μου κριτική δεν είναι από την πλευρά του μέλους (καθότι έχω παραιτηθεί από την ΕΑΚ εδώ και χρόνια) αλλά από την πλευρά του επαγγελματία στον χώρο, ενός απλού παρατηρητή που δεν κάνει «group therapy» και που πήγε σε μια αίθουσα προκειμένου να παρακολουθήσει μια τελετή βραβείων για το ελληνικό σινεμά. Και βρέθηκε, ξαφνικά, μέσα σε ένα ψυχεδελικό συνέδριο ανεπεξέργαστης και χωρίς ουδεμία αίσθηση στρατηγικής, πολιτικής προπαγάνδας